Την προηγούμενη Κυριακή το απόγευμα διασχίζοντας την οδό Αδριανού στο ύψος της αρχαίας Αγοράς και λίγο πριν από την εκκλησία του Αγίου Φιλίππου, πρόσεξα ένα ανοιγμένο τραπεζάκι που φιλοξενούσε πάνω του τρία ελαφρώς διπλωμένα κατά μήκος τραπουλόχαρτα ενώ δυο τρεις άντρες στεκόντουσαν δίπλα με καρφωμένα τα μάτια σ’ αυτό. Ο συμπαθής παπατζής «κόβοντας» τις δυο κυρίες που περπατούσαν μπροστά μου και εμφανώς αρεσκόμενος στην παρουσία τους αναφώνησε την εξής αξιομνημόνευτη φράση: «ελάτε και οι κυρίες (δις), στο Παρίσι παίζουν και οι κυρίες, εγώ πέντε χρόνια σπούδαζα στο Παρίσι». Το γενικότερο ύφος και η εκφορά του λόγου του μαρτυρούσε πως μάλλον κάτι περίεργο πρέπει να είχε σπουδάσει στα πεζοδρόμια του Παρισιού, αλλά το διδακτορικό του σίγουρα το είχε πάρει στην Ελλάδα. Και καθώς οι κυρίες «δεν τσίμπησαν» η ματιά του έπεσε πάνω μου. Όμως, κάτι ευτυχώς φαίνεται να τον εμπόδισε να επαναλάβει τη φράση του: ελάτε και οι κυρίες, κλπ. που την ξανάκουσα να ηχεί πίσω από την πλάτη μου αμέσως μόλις τον είχα προσπεράσει.
Δεν ξέρω αν έφταιγε ο μοντέρνος παπατζής, οι «αγανακτισμένοι» που είχα δει προηγουμένως στο Σύνταγμα ή οι σπουδές μου στο εξωτερικό αλλά στο μυαλό μου καρφώθηκε ο… Θεόδωρος Πάγκαλος και η διαβόητη θεωρία του «μαζί τα φάγαμε». Ίσως γιατί αν πράγματι ίσχυε η «θεωρία Πάγκαλου» τότε αυτομάτως θα καταργούνταν το γνωστό παίγνιο του «παπά». Γιατί αν όλοι τα φάγαμε μαζί τότε κανείς δεν είναι υπεύθυνος (βλ. ο «παπάς») αφού όλοι είμαστε συν-υπεύθυνοι (βλ. «παπάδες»). Η συνενοχή με τη σειρά της οδηγεί στην ομερτά και αφού υπάρχει συνενοχή άρα όταν και αν έρθει η κακιά εκείνη ώρα «της πληρωμής» όλοι πληρώνουν για όλους και όχι ένας για όλους ή λίγοι για όλους. Ή μήπως η «θεωρία Πάγκαλου» και το «παίγνιο του παπά» είναι θεωρίες συγκλίνουσες; Είναι γνωστό πως η πιθανότητα να βρει κανείς ποιος είναι ο «παπάς» είναι απειροελάχιστη ιδίως αν ο ταχυδακτυλουργός παπατζής είναι αρκετά επιδέξιος και γρήγορος. Αλλά και αν κάποιος εξοικειωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μπορέσει να βρίσκει το σωστό χαρτί μάλλον είναι πιο πολύ χαμένος. Η «μάνα» σχεδόν πάντα βγαίνει κερδισμένη. Παρόλα αυτά το παιχνίδι παίζεται –ή μάλλον εξακολουθεί προς μεγάλη μου έκπληξη να παίζεται- αρκετές δεκαετίες μετά από τότε που η Βλαχοπούλου το έπαιξε –και έχασε- στα σίδερα της φυλακής. Ίσως μάλιστα να πρόκειται για μια αναβίωση και για την απαρχή μιας νέας του άνθισης. Όσο αναρωτιόμαστε ποιος είναι ο «παπάς» – βλέπε ο υπεύθυνος, ή κατά Πάγκαλον αυτός που τα έφαγε – τόσο εθιζόμαστε στο παιχνίδι, τόσο χάνουμε τα λεφτά και το χρόνο μας. Ποιος δεν έχει βιώσει το απαράμιλλο ελληνικό φαινόμενο να πας σε μια Υπηρεσία για επείγουσα και σημαντική υπόθεσή σου και να μην μπορείς να βρεις τον υπεύθυνο; Οι πιο επίμονοι από μας σίγουρα θα έχουν βιώσει και το ακόλουθο: όταν επιτέλους μετά από πολύ κόπο (ενίοτε και ιδρώτα από την έλλειψη ανελκυστήρα ή/και κλιματιστικού) βρεις τον υπεύθυνο (δηλαδή αυτόν που στην προκειμένη στιγμή δηλώνει ή/και φέρεται ως υπεύθυνος) και τότε πάλι ανακαλύπτεις πως αυτός δεν είναι ο μοναδικός υπεύθυνος! Με άλλα λόγια ναι μεν αυτός μπορεί να είναι ο υπεύθυνος για την υπόθεσή σου αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και κάποιος άλλος το ίδιο υπεύθυνος (ιεραρχικά και αρμοδίως) και πρέπει και εκείνος να συμφωνήσει, να συναινέσει κτλ. προκειμένου να διεκπεραιωθεί η υπόθεσή σου. Όταν δε υπάρξει κάποιο πρόβλημα εκ των υστέρων ή/και κάποια επιπλέον καθυστέρηση και εσύ κατόπιν τηλεφωνείς στον υπεύθυνο που με τόσο κόπο έχεις εντοπίσει και έχει όνομα, σάρκα και οστά τότε πάντα ανακαλύπτεις πως φταίει εκείνος ο άλλος, ο αόρατος υπεύθυνος που εσύ ποτέ δεν κατανόησες ακριβώς πως και γιατί να είναι και αυτός υπεύθυνος αλλά που η Ύδρα της γραφειοκρατίας έχει σοφά μεριμνήσει να τον επινοήσει ακριβώς για να συνεχίσεις να παίζεις εθισμένος και ανήμπορος πια το παιχνίδι του «παπά». Το ίδιο κάνουν και οι περίφημες Ε.Δ.Ε. καθώς και οι εξεταστικές επιτροπές της Βουλής. Ψάχνουν σαν μαγνητισμένες το χαρτί του «παπά» γνωρίζοντας όμως εξ αρχής ότι παίζουν ένα παιχνίδι που όπως κάθε παιχνίδι μπορεί μεν να τους κοστίσει λίγο τρέξιμο, λίγο ιδρώτα ίσως και λίγο τσαλάκωμα της εικόνας τους αλλά δεν παύει να είναι ένα παιχνίδι με προσυμφωνημένους όρους και κανόνες. Και πάλι να μην ξεχνάμε αυτό που κατά βάθος θέλουν να ξεχάσουν όλοι οι λάτρεις των τυχερών παιχνιδιών: η «μάνα» κερδίζει.
Όμως ας επανέλθουμε στη «θεωρία Πάγκαλου» και ας δούμε πιο συγκεκριμένα πως το προσφιλές παιχνίδι του «παπά» βρίσκει την εφαρμογή του εδώ. Αν όλοι τα φάγαμε, τότε όλοι είμαστε υπεύθυνοι, τότε κανείς δεν είναι υπεύθυνος. Αφού όλοι (βλέπε περίπου 10 εκ. Έλληνες – ερώτηση: οι μετανάστες τα έφαγαν κι αυτοί ή όχι; παρακαλώ διευκρινίστε μας) δεν γίνεται να πάμε φυλακή (άλλωστε ποιοι θα μας φυλάνε σε μια τέτοια περίπτωση;) δεν θα πάει κανείς φυλακή. Εν ολίγοις, όλοι ένοχοι-κανείς ένοχος. Γενική αμνηστία. Μου θυμίζει εκείνη την ιστορία που συνέβη σε μια επαρχιακή πόλη του Ιταλικού Νότου. Είχε επιτευχθεί, λέει, συμφωνία μεταξύ της Καμόρας και των ντόπιων μικροεγκληματιών να μην κάνουν τις βρωμιές τους εκεί αλλά σε άλλες πόλεις γειτονικές. Όμως κάποιο κλεφτρόνι δεν άντεξε στον πειρασμό ενός καινούργιου ραδιοκασετόφωνου στο αυτοκίνητο που μπάνιζε και ενέδωσε. Κάποιος τον είδε και το σφύριξε. Μαζεύτηκαν λοιπόν πολλοί μαζί και τον κλώτσησαν μέχρι θανάτου. Στο τέλος «κανείς δεν ήξερε τίποτα» και το έγκλημα έτσι έμεινε ανεξιχνίαστο.
Κακώς, λοιπόν, κατηγορούμε την ελληνική γραφειοκρατία που είναι σοφά δομημένη σύμφωνα με τα παραπάνω. Κακώς κατηγορούμε και τον κ. Πάγκαλο. Είναι κι αυτός σοφά «δομημένος» αφού σκέφτεται ως εξής: αν όλοι έχουμε κάνει παράνομες πράξεις τότε γιατί να μην τιμωρηθούμε όλοι το ίδιο; Αφήνοντας επίσης σοφά να εννοηθεί πως (στο βάθος του τούνελ) θα μας δοθεί έτσι άφεση (αν δηλαδή παραδεχτούμε και αποδεχτούμε την συνενοχή μας). Αν το μεταφράσουμε αυτό χρησιμοποιώντας μια αντιστοιχία αδικημάτων σημαίνει ότι αυτός που πήγε για να του σβήσουν την κλήση, αυτός που ζήτησε να μπει το παιδί του στο Δημόσιο, αυτός που έκρυψε ένα ενοίκιο από την Εφορεία, αυτός που έκλεψε στα μπετά και στα σίδερα μιας οικοδομής, αυτός που δολοφόνησε εν βρασμώ, αυτός που δολοφόνησε εκ προ μελέτης, αυτός που δολοφόνησε κατά συρροή και αυτός που ευθύνεται για εθνική προδοσία είναι όλοι τους το ίδιο ένοχοι και θα έπρεπε όλοι να πληρώσουν με την ίδια ακριβώς ποινή. Ισότητα δηλαδή. Το είδος, τα ποσά, οι διαβαθμίσεις, η βαρύτητα και οι συνέπειες των αδικημάτων στο κοινωνικό σύνολο, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μετρά μπροστά στο παραλήρημα του εθιστικού παιχνιδιού του «παπά» που κάνει ταχυδακτυλουργίες με τα χαρτιά και το «σωστό χαρτί» γίνεται πάντοτε αόρατο στα μάτια των εθισμένων παικτών. Ή αλλιώς ο Γιάννης Αγιάννης και ο Χριστοφοράκος στην ίδια φυλακή παρέα και με την ίδια ποινή! (Άλλωστε για να «ταΐσει» τα παιδιά του δεν τα ’κανε όλα και ο τελευταίος;)
-Καλέ μου κύριε Πάγκαλε μήπως ήσασταν συμφοιτητές στο Παρίσι με τον παπατζή της οδού Αδριανού;
Της Ιωάννας Γαλανάκη